εξόζες — Υδατάνθρακες του γενικού τύπου C6H12O6. Χαρακτηρίζονται από την παρουσία έξι ατόμων άνθρακα στο μόριό τους. Υποδιαιρούνται σε αλδόζες και κετόζες, ανάλογα με το αν περιέχουν αλδεϋδική ομάδα ή κετονική, ενώ οι υπόλοιπες ομάδες είναι αλκοολικές.… … Dictionary of Greek
αλδόζες — Οργανικές ενώσεις τύπου (CH2Ο)n που σημαίνει ότι το μόριό τους περιέχει n ομάδες που αναλογούν σε ένα άτομο άνθρακα, δύο υδρογόνου και ένα οξυγόνου, και οι οποίες χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη μιας αλδεϋδομάδας εκτός των διαφόρων αλκοολομάδων.… … Dictionary of Greek
σάκχαρα ή υδατάνθρακες — Οργανικές ενώσεις, πολυυδροξυλιωμένα παράγωγα, τα οποία περιέχουν στο μόριό τους αλδεϋδικές ή κετονικές ομάδες, ή άλλες ουσίες πιο πολύπλοκες, από τις οποίες προκύπτουν οι ενώσεις αυτές μετά την υδρόλυση. Το όνομα σ. δόθηκε πριν ένα αιώνα σε… … Dictionary of Greek